Επιχείρηση μεσαία τάξη – Οι 3 άξονες στη στρατηγική Μητσοτάκη – Ελεύθερος Τύπος
Written by Newsroom on November 17, 2024
Η στρατηγική της κυβέρνησης, για το επόμενο διάστημα, περιλαμβάνει πρωτευόντως κι άλλα δυο στοιχεία: Τη στήριξη της μεσαίας τάξης και της ασφάλειας. Η ασφάλεια πάει χέρι χέρι και με μια πιο αυστηρή μεταναστευτική πολιτική, η οποία, με τη σειρά της, οδηγεί σε πιο ισχυρά σύνορα, τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρώπης.
Οι νέες προτεραιότητες της κυβέρνησης -χωρίς την υποστολή των μεταρρυθμίσεων και τη μάχη της καθημερινότητας- αντιστοιχίζονται με τις διαστάσεις των προβλημάτων σε όλο τον πλανήτη. Της εντυπωσιακής νίκης του Ντ. Τραμπ είχαν προηγηθεί πρόδρομα φαινόμενα σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Ο,τι έδωσε τη νίκη στον Τραμπ είχε ήδη προκαλέσει ανατροπές και πολιτική αστάθεια σε ευρωπαϊκές χώρες και συμπυκνώνεται στο τρίπτυχο «ακρίβεια/πλήγμα στη μεσαία τάξη-μεταναστευτικό-woke κουλτούρα». Πρόκειται για το τρίπτυχο που ενίσχυσε ακραία δεξιά έως ναζιστικά κόμματα στην Ευρώπη και εξασφάλισε την άνετη επικράτηση του Ντ. Τραμπ.
Αναλύοντας τα εκλογικά δεδομένα στην Ευρώπη αλλά και στις ΗΠΑ, το Μ. Μαξίμου οδηγήθηκε στην επιβεβαίωση της ορθότητας της «πολιτικής του ρεαλισμού και της καθημερινότητας», αλλά και στην ανάγκη αποσαφήνισης ορισμένων «θολών περιοχών». Ο ρόλος της οικονομίας και της ακρίβειας είναι αυταπόδεικτος και δεν χρειάζεται κάποια αποσαφήνιση, καθώς μαζί με τους πιο ευάλωτους, οι οποίοι όμως έχουν στηριχθεί με έκτακτα μέτρα, λυγίζει πλέον και η μεσαία τάξη. Λυγίζει και η εκλογική ραχοκοκαλιά της εκλογικής βάσης της Ν.Δ. Μέσω των νέων μειώσεων φόρων, της διόρθωσης του φορολογικού για τους ελεύθερους επαγγελματίες, που έχει στρεβλώσεις, και της αύξησης των μισθών, το Μ. Μαξίμου εκτιμά ότι θα ενισχυθεί η εισοδηματική δύναμη της μεσαίας τάξης και θα αποκατασταθούν οι σχέσεις με την κυβέρνηση.
Η ευνοϊκή συγκυρία, δεδομένης της καθυστερημένης αντίληψης της Ευρώπης για την επίδραση του μεταναστευτικού, βοηθάει την κυβέρνηση να ενισχύσει την ήδη πιο αυστηρή πολιτική που ακολουθεί η Ελλάδα, που εξακολουθεί να σηκώνει το μεγαλύτερο βάρος του εισαγόμενου προβλήματος. Η πολιτική του Ν. Παναγιωτόπουλου -με τις ευλογίες του Μ. Μαξίμου- είναι σαφώς πιο οριοθετημένη και αυστηρή από την πολιτική του προκατόχου του. Ισχυρότερα σύνορα, ελεγχόμενες δομές, πιο γρήγορες διαδικασίες για το ποιοι δικαιούνται άσυλο και ταχύτερη επιστροφή των παράνομων μεταναστών. Η Ελλάδα, που θέτει εδώ και καιρό μετ’ επιτάσεως το πρόβλημα στην Ε.Ε., «ευνοείται» από την πολιτική αποσταθεροποίηση στη Γερμανία, αλλά και τον «φόβο» που έχει σκεπάσει αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες συνειδητοποιούν ότι σε συνθήκες πολέμου, κυρίως στη Μ. Ανατολή, οι μεταναστευτικές ροές είναι πιθανόν να «κρύβουν» και ισλαμιστικά στοιχεία τα οποία θέλουν να δράσουν στην Ευρώπη.
Ομως ίσως η πιο θεματική και ουσιώδης κίνηση του Κ. Μητσοτάκη είναι ότι ανέλαβε ο ίδιος να βάλει τα πράγματα στις κανονικές τους διαστάσεις σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα και την επιθετική woke κουλτούρα. Είναι άλλο πράγμα ο σεβασμός και η διασφάλιση των δικαιωμάτων μειοψηφιών και είναι εντελώς άλλο πράγμα οι μειοψηφίες, «από καλύτερες θέσεις», να προσπαθούν να επιβάλουν και στην πλειοψηφία τη δική τους κουλτούρα ως «κανονική και κυρίαρχη». Η κατοχύρωση των δικαιωμάτων των μειοψηφιών είναι μια συνεπής φιλελεύθερη πολιτική. Η οποία έχει νομοθετηθεί -όπως και ο γάμος των ομοφυλόφιλων- εδώ και δεκαετίες στις ΗΠΑ και εδώ και πολλά χρόνια σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Και σε κάθε περίπτωση, δεν έχει σχέση με τα ακραία φαινόμενα που επικρατούν, κυρίως στις ΗΠΑ, με πρωταγωνιστές ακτιβιστές εκπροσώπους και μέλη τέτοιων μειονοτήτων.
Ωστόσο, με αφορμή την ψήφιση του γάμου των ομοφυλόφιλων, και παραδοσιακοί ψηφοφόροι της Ν.Δ., αλλά και ακραίες δυνάμεις δημιούργησαν σκοπίμως την εικόνα ότι η κυβέρνηση έγινε περίπου, όχι μια φιλελεύθερη κυβέρνηση που σέβεται τα δικαιώματα, αλλά μια «κυβέρνηση δικαιωματιστών». Ο Κ. Βελόπουλος βγήκε από τα ρούχα του. Ο Δ. Νατσιός έσκισε τα ράσα του και η Α. Λατινοπούλου χαρακτήρισε τον Κ. Μητσοτάκη «αριστερούλη»…
Ο πρωθυπουργός, κάνοντας «λιανά» τα προφανή αλλά θολά λόγω της αδίστακτης προπαγάνδας, έβαλε τα όρια. Παραδέχθηκε ότι υπήρχε παλαιότερα η «τυραννία της πλειοψηφίας», που οδηγούσε στη βάναυση μεταχείριση μειοψηφιών, αλλά «τώρα βρισκόμαστε σε άλλο επίπεδο, έχουμε την τυραννία των μειοψηφιών, οι οποίες δεν επιτρέπουν σε οποιονδήποτε να αμφισβητήσει την άποψή τους. Εάν τολμήσεις να εκφράσεις αμφιβολίες για τη γνώμη τους, σε βαφτίζουν φασίστα, υποστηρικτή της πατριαρχίας ή οτιδήποτε άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς».
ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΑΚΡΟΔΕΞΙΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΣΟΚ
Η διαχωριστική γραμμή και τα γκάλοπ
Η «κόκκινη γραμμή» μεταξύ δικαιωμάτων και επιθετικής, επιβλητικής woke κουλτούρας, που τράβηξε ο Κ. Μητσοτάκης, εξυπηρετεί πολλαπλούς στόχους. Βάζει φρένο στον διχαστικό λόγο των «δικαιωματιστών των άκρων», που καθιστά αδύνατον οποιονδήποτε διάλογο. Αποκαθιστά την κοινή λογική.
Ξεκαθαρίζει σε ένα σημαντικό τμήμα της εκλογικής βάσης της Ν.Δ. ότι δεν παίζει με τις αξίες της. Και τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια του Κ. Βελόπουλου και της Α. Λατινοπούλου, οι οποίοι, ούτως ή άλλως, βρίσκονται σε εμφύλιο πόλεμο. Η Α. Λατινοπούλου έχει μηνύσει τον πρόεδρο της Ελληνικής Λύσης, ο Κ. Βελόπουλος δι’ αντιπροσώπων αμφισβητεί τη νομιμότητα της Φωνής Λογικής (αναγνωρίστηκε ως κόμμα με «πλαστές υπογραφές») και ευθέως καταγγέλλει τις εταιρίες δημοσκοπήσεων γιατί δίνουν μεγάλα ποσοστά στην Α. Λατινοπούλου.
Το κοινό στοιχείο και για τα δυο κόμματα, που ψαρεύουν στην ίδια δεξαμενή, είναι ότι χωρίς «μειοδοσία» στα εθνικά θέματα και χωρίς την κινδυνολογία για την προσχώρηση της κυβέρνησης στη woke κουλτούρα, μένουν εντελώς ξεκρέμαστα, χωρίς πολιτικό αφήγημα, αναζητώντας ερείσματα σε ένα ποσοστό πέριξ του 10% (και για τα δυο κόμματα), το οποίο ανέκαθεν υπήρχε στην Ελλάδα, άλλοτε σαν «αγανακτισμένοι», άλλοτε σαν αντιεμβολιαστές, άλλοτε σαν «υπερπατριώτες», αλλά πάντα γοητευμένοι από θεωρίες συνωμοσίας και μεταφυσικές ανησυχίες.
Η κυβέρνηση ξεδιπλώνει τη στρατηγική της, σε αντικειμενικά δύσκολες συνθήκες λόγω ενέργειας και ακρίβειας, αλλά σε σχετικά «άνετες» συνθήκες στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο.
Σύμφωνα με τις κυλιόμενες μετρήσεις και τα focus groups που κάνει το Μ. Μαξίμου, προκύπτει, σύμφωνα με πληροφορίες, ότι τα ποσοστά που παίρνει το ΠΑΣΟΚ στις δημοσκοπήσεις είναι «φουσκωμένα», σε αντίθεση με τα ποσοστά της Ν.Δ. που είναι «υποτιμημένα». Στο μόνο που φαίνεται να συμφωνούν όλες οι μετρήσεις είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και το κόμμα Κασσελάκη έχουν να μοιραστούν ένα ποσοστό της τάξεως του 8%-10%, διεκδικώντας την είσοδο στη Βουλή και τη συμμετοχή στην ομάδα των μικρών κομμάτων.